ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Τη δεκαετία του ’80 καταθέσατε λόγο - συγγραφικό έργο - πρόταση και λειτουργήσατε καταλυτικά στο διάλογο της γενιάς αυτής με τα διεθνή αιτήματα του εικαστικού χώρου...
Γιάννης Κολοκοτρώνης Το 1987, αναλαμβάνοντας τη διεύθυνση της ιδιωτικής συλλογής
του Δημήτρη Πιερίδη η οποία σταδιακά μέσα από πλήθος εκθέσεων και
δράσεων σύγχρονης τέχνης, εξελίχθηκε στην Πινακοθήκη Πιερίδη,
συναντήθηκε το πάθος και η δυναμικότητα της νεότητας με την εμπειρία
και την σοφία ενός μαικήνα των ελληνικών και κυπριακών τεχνών. Ήταν
φυσικό επακόλουθο, η γενιά μου, των σημερινών 50άρηδων καλλιτεχνών, να
βρει στο χώρο της Πινακοθήκης Πιερίδη ένα καταφύγιο και έμπρακτο
υποστηρικτή της έκφρασής της καθώς η πολιτική μας ήταν να
υποστηρίζουμε όλες τις ποιοτικές και πρωτότυπες νέες τάσεις της τέχνης
χωρίς να περιοριζόμαστε στις παραδοσιακές μορφές της (ζωγραφική -
γλυπτική - χαρακτική) και χωρίς αυτές να αποτελούν τροχοπέδη στην
αναζήτηση του νέου και πρωτοποριακού καλλιτεχνικού έργου. Για τους
νέους έλληνες καλλιτέχνες της δεκαετίας του ’80, το αίτημα να
συμπορευτεί η τέχνη τους με τους ευρωπαίους ομοτέχνους τους επί ίσοις
όροις συνδέθηκε απόλυτα με τη στρατηγική προβολής τους. Καλλιτέχνες
όπως ο Μ.Αρφαράς, ο Χ.Λάμπερτ, ο Π.Τανιμανίδης, ο Αντ.Μιχαηλίδης, ο
Θ.Ποκαμισάς, ο Χρ.Πετρίδης, ο Παντ.Χανδρής, ο Π.Χαραλάμπους, ο
Μ.Χάρος, ο Μ.Ζαχαριουδάκης, ο Γ.Λάππας, η Χρ.Σαραντοπούλου, ο
Π.Αγγελίδης, ο Αγγ. Μακρίδης, ο Γιάννης Αντωνόπουλος, ο Κ.Μορταράκος,
ο Ν.Τρανός κ.ά. αποδεικνύουν μέχρι σήμερα τη δυναμική και την ποιοτική
ανανέωση της ελληνικής τέχνης. Ας μην ξεχνάμε, ότι η ένταξη της
Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και οι δομικές αλλαγές που
επακολούθησαν, σταδιακά επέτρεψαν στους νέους έλληνες καλλιτέχνες του
80, να συμμετέχουν σε ανοιχτούς ευρωπαϊκούς καλλιτεχνικούς θεσμούς
γεγονός που ενίσχυσε την αυτοπεποίθηση, εμπλούτισε την εμπειρία, όξυνε
τη φαντασία και πολλαπλασίασε τους πειραματισμούς τους.
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Ο προηγούμενος αιώνας πήρε μαζί του τους ελευθερογνωμούντες ποιητές της τεχνοκριτικής, τη μεταδοτικότητά τους, ότι συντελούσε σ’ αυτή τη μυστηριώδη εξουσία που κυριάρχησε ως ιδέα πριν και μετά τον Αριστοτέλη και πάνω από κάθε κύρος; Τα πρόσωπα τότε είχαν σαγηνευτική δύναμη, προσωπική υπεροχή. Χάρη σ’ αυτήν τη μεγάλη σκιά, οι εικαστικές τέχνες, ο φιλμικός λόγος, η λογοτεχνία έκαναν ένα βήμα μπροστά. Ο ελεύθερος στοχασμός της κριτικής παρέμβασης αποτέλεσε τον πραγματικό ρυθμιστή του πολιτισμού μας.
Γιάννης Κολοκοτρώνης Ιστορικά, θα μιλούσαμε για τον ενεργό ρόλο της κριτικής
παρέμβασης μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970. Από τη δεκαετία του
’80 και έπειτα, περνάμε στην καταλυτική επίδραση των ΜΜΕ που έστρεψαν
τα φώτα τους στους μεγάλους πλειστηριασμούς όπου οι νεόπλουτοι
δισεκατομμυριούχοι αγόραζαν για το θεαθήναι. Η εστίαση στη
χρηματιστηριακή αξία του έργου τέχνης συνέβαλε στην ταχεία υποχώρηση
της θεωρητικής κριτικής και την αντικατάστασή της από την
δημοσιογραφική παρουσίαση. Η καλλιτεχνική δημοσιογραφία έγινε
ισχυρότερη από την κριτική της τέχνης επειδή ακριβώς πρόβαλε ένα νέο
life style που εκπορευόταν από τους νεόπλουτους οι οποίοι επένδυαν με
χρηματιστηριακά και φοροαπαλλακτικά κριτήρια σε έργα τέχνης. Ας μην
παραβλέπουμε ότι ο κριτικός λόγος συνδέεται κυρίως με κοινωνικούς και
ταξικούς αγώνες και την κρίσιμη δεκαετία του ’80, της καπιταλιστικής
παγκοσμιοποίησης, οι καλλιτέχνες πιο πολύ ονειρευόντουσαν να ενταχθούν
στο εμπορικό σύστημα και να πουληθεί το έργο τους σε πολύ ψηλές τιμές
παρά να περιθωριοποιηθούν.
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Η κριτική σήμερα διαμόρφωσε τον ειδικό χαρακτήρα του διαχειριστή των πολιτιστικών αγαθών, art manager. Συναινετική χωρίς
συνείδηση-ταυτότητα φέρει πτυχία, μεταπτυχιακά, μα τα μόνα διεγερτικά κίνητρα, τα προσδιορισμένα χαρακτηριστικά είναι οι μέτριες ιδιότητες του συμβούλου στην ιδιωτική πρωτοβουλία, σε θεσμούς. Δημιουργεί λίστες
καλλιτεχνών. Ασχολείται με ζητήματα διαχειριστικά.
Γιάννης Κολοκοτρώνης Μα δεν προήλθε από τους χώρους της παραδοσιακής κριτικής ο
art manager και ο art dealer. Είναι δύο νέες ειδικότητες που
δημιούργησε το δυτικό σύστημα παραγωγής και διακίνησης του έργου
τέχνης ως πολιτιστικό προϊόν, για το οποίο εργάζονται εκτός των
καλλιτεχνών, τεχνικοί, κατασκευαστές, επιστήμονες, δικηγόροι,
συντηρητές, εκπαιδευτικοί, φιλόσοφοι, έμποροι, συλλέκτες,
δημοσιογράφοι, επιμελητές εκθέσεων, διευθυντές μουσείων και συλλογών,
αρχειοθέτες κ.ά.
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Η κριτική παραιτήθηκε από το να καταθέτει γνώμη; Ο ρόλος που της απέμεινε είναι να βλάψει; Εγκαταλειμμένη στις παρορμήσεις και στην υποβολή των εφήμερων γνωμών, έδωσε την εντύπωση του κερδοσκόπου με χαμένο προσανατολισμό και βασική πίστη.
Γιάννης Κολοκοτρώνης Η Κριτική της Τέχνης με την έννοια που της δίνετε,
αποδυναμώθηκε στους ωκεανούς της πληροφορίας και έχει προ πολλού πάψει
να υφίσταται δημοσίως και ιδιωτικώς, σε αντίθεση με την ιστοριογραφία
και την πολιτισμολογία, επιστημονικοί κλάδοι που έχουν κερδίσει έδαφος
στον χώρο της τέχνης. Βέβαια, κάθε ιστοριογραφία της τέχνης που
στηρίζεται στην πληροφορία κινδυνεύει να καταλήξει σε απλή έκθεση
παράθεσης βιογραφικών στοιχείων. Από την άλλη, οι διαφορετικές
πολιτισμικές μεθοδολογίες που έχουν κατά καιρούς προταθεί
(εικονολογική, σημειωτική, αναλυτική-ψυχολογική, φεμινιστική κ.ά.)
εμπεριέχουν νέες μορφές κριτικής και συναποτελούν ότι σχηματικά
αποκαλούμε New Art Criticism . Όμως, και αυτές δείχνουν αδύναμες σε
μια συνολική μελέτη της τέχνης και αποδεικνύονται αποσπασματικές
αναγνώσεις της. Εντούτοις, θα υποστηρίζαμε ότι η κριτική ικανότητα,
είναι θεμελιώδες εργαλείο του Ιστορικού Τέχνης που γράφει για την
τέχνη όχι για να κατακεραυνώσει το σύστημα αλλά για να εκπαιδεύσει
τους αναγνώστες τους να διαβάζουν πίσω από το παραβάν που καλύπτει τη
λειτουργία του συστήματος και να καταλάβουν τι είδους εικόνες
παράγονται στην εποχή μας και για ποιο σκοπό. Η κριτική ικανότητα
είναι ουσιαστικό εφόδιο του σημερινού μελετητή της τέχνης.
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Νομίζω ότι πρέπει να εξετάσουμε το ασυνείδητο που δρα με τον ερεθισμό των ευτελών. Το ασυνείδητο, έχοντας συνείδηση της δύναμής
του, λειτουργεί ως δήμιος, ως αθέατος ρυθμιστής των πολιτιστικών εξελίξεων. Συνοδός του η συναινετική κριτική, το επιβραβεύει γιατί είναι αναπόσπαστο κομμάτι του. Επιβεβαιώνονται όταν αισθάνονται ότι επεμβαίνουν στον πολιτισμό. Είναι εύπιστο το ασυνείδητο. Υποβάλλεται. Στερείται από κριτικό πνεύμα. Η υποβολή που ασκεί, η συναινετική κριτική με το κατεστημένο, είναι μεταδοτική. Προσανατολίζει το συναισθήματα του ασυνείδητου κοινού προς μια καθορισμένη κατεύθυνση.
Γιάννης Κολοκοτρώνης Όσο περισσότερο κατανοούμε τα λογικά σχήματα του κόσμου μας
τόσο περισσότερο ελέγχουμε το υποσυνείδητο και τις αθέατες παρεμβάσεις
του στη ζωή μας. Αυτή η πάλη ανάμεσα στο υποσυνείδητο και τη λογική με
την καθολική επικράτηση της δεύτερης επί της πρώτης, την έδωσαν
σχηματικά στον 20ο αιώνα, ο Σουρεαλισμός και το Νταντά. Και
αποδείχτηκε ότι από τον Μάη του ’68, το δικό μας Πολυτεχνείο του ’74 ως
και την εξέγερση των Κινέζων φοιτητών το σουρεαλιστικό σύνθημα
‘φαντασία στην εξουσία’ δεν ήταν παρά ένα ιδεολογικό ντοπάρισμα των
εξεγερθέντων για να φανεί στη συνέχεια πόσο ουτοπικό είναι να
πιστεύουμε ότι η φαντασία μπορεί να λαδώσει τα γρανάζια του
καπιταλισμού. Μια ουτοπία, επειδή, η λογική του Καπιταλισμού είναι να
αφομοιώνει καθετί που είναι περιθωριακό και τον αντιμάχεται και να το
αλλοτριώνει ώστε να το διαθέτει στην αγορά σε νέα έκδοση. Γι’ αυτό
άλλωστε από τη δεκαετία του ’80 και εξής, όσες νέες τάσεις εμφανίστηκαν
είχαν ως πρώτο συνθετικό το πρόθεμα ‘νέο-’ (νεοεξπρεσιονισμός,
νεονταντά, νέοποπ κ.ά.). Εκτός κοινωνίας δεν υπάρχει ανάγκη τέχνης.
Ακόμη και οι ιστορικές αναφορές μας στα προϊστορικά ειδώλια για να
δικαιολογήσουν την έναρξη της γλυπτικής, ή οι χαράξεις πάνω στα
καμάκια του προϊστορικού ψαρά που αιτιολογούν την ιδέα της χαρακτικής
εν τη γενέσει της, ή ακόμη η βαφή του σώματος που συνήθιζε ο Κρο-
Μανιόν υποδεικνύουν, όπως έδειξα πρόσφατα στο βιβλίο Γενικά
χαρακτηριστικά της Τέχνης στον 20ό αιώνα (Εκδόσεις Καστανιώτη), πόσο
στενά συνδεδεμένη είναι η τέχνη με την κοινωνική οργάνωση και πόσο
πιστά υπηρετεί ανά εποχές τον ορθολογισμό και την οικονομική και
πολιτική εξουσία.
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Για να παραμείνει η κριτική ως αυτονομημένος λόγος-κριτικός στοχασμός, πρέπει να επιστρέψει στις αρχές της ατομικής πρωτοβουλίας,
σ’ αυτή τη μικρή διανοητική αριστοκρατία που συνεισέφερε στις μεταβολές, στην ανανέωση των πολιτισμών, τις σκέψεις και πάντα σε ρήξη με τα στηρίγματα των παλαιών πεποιθήσεων. Η κριτική παρέμβαση ήταν η
ηθική δύναμη, οι λειτουργίες της νόησης, ο οπλισμός των τεχνών. Το κοινό πάντα σε διάλογο μαζί της, διαμόρφωνε ιδέες και αποχτούσε συνείδηση.
Γιάννης Κολοκοτρώνης Ο κριτικός στοχασμός συνδέθηκε με τα καλλιτεχνικά κινήματα
της αποκαλούμενης ‘πρωτοπορίας’ που εμφανίστηκαν με την βιομηχανική
επανάσταση. Ο ρόλος του έγινε δομικός, κατά την περίοδο του Ψυχρού
Πολέμου (1945-1990) όταν ο καλλιτέχνης έγινε ταυτόχρονα και ο
θεωρητικός του έργου του. Σήμερα, την εποχή του διαδικτύου, ο κριτικός
στοχασμός πρέπει να είναι εξάρτημα της παιδείας του συνειδητού πολίτη,
επειδή ακριβώς πιστεύουμε ότι η τέχνη είναι η συνείδηση του
πολιτισμού. Καθένας μας που επιθυμεί να κατανοήσει τους νόμους
λειτουργίας του συστήματος οπτικής σκέψης είναι υποχρεωμένος μαζί με
τη γνώση να εκπαιδευτεί και στον κριτικό στοχασμό.
//////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////
Γιάννης Κολοκοτρώνης
βιογραφικό
γεννήθηκε στην Αθήνα το 1962. Είναι επίκουρος
καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο Πολυτεχνείο Θράκης (Τμήμα
Αρχιτεκτόνων - Μηχανικών). Έχει επιμεληθεί εκθέσεις σύγχρονης τέχνης
στην Ελλάδα, τη Γερμανία, τη Σουηδία και τη Γαλλία. Κείμενά του
δημοσιεύονται από το 1986, σε περιοδικά τέχνης, στον ημερήσιο Τύπο, σε
καταλόγους καλλιτεχνών και σε συλλογικές εργασίες των εκδοτικών οίκων
Αδάμ, Αρχέτυπο, Εκδοτική Αθηνών, Καστανιώτης, Μέλισσα. Έχει γράψει τις
μελέτες: Τεριάντ, κείμενα για την Τέχνη (Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτης
1990), Αλέκος Φασιανός ο Ζωγράφος ο Χαράκτης (Αθήνα, Εκδόσεις
Πινακοθήκη Πιερίδη 1991), Η Νεκρή Φύση στη Νεοελληνική Τέχνη
(Λευκωσία, Εκδόσεις Ίδρυμα Πιερίδη 1992), Η Τέχνη σε Μετάβαση (Αθήνα,
Εκδόσεις Νηρέας 2000), Νέα Ελληνική Τέχνη 1974-2004 (Ξάνθη, Εκδόσεις
Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης, 2007), Γενικά Χαρακτηριστικά της
Τέχνης στον 20ό Αιώνα (Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτη 2009). Διετέλεσε
Διευθυντής στην Πινακοθήκη Πιερίδη (1987-96) και γενικός γραμματέας
του ελληνικού παραρτήματος της Διεθνούς Ενώσεως Κριτικών Τέχνη (AICA).
Συνεργάστηκε με το National Geographic (1997-98). Υπήρξε από τους
πρωτεργάτες της υλοποίησης της Πινακοθήκης Κυκλάδων στο παλιό Τελωνείο
Σύρου (1994) και του Πάρκου Σύγχρονης Τέχνης στη Νέα Ιωνία Βόλου
(2004). Υπήρξε υπότροφος του Ιδρύματος Fulbright.
//////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////